ΑΝΑΒΛΗΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΑΥΤΗ Η ΜΑΣΤΙΓΑ!




 Αναβλητικότητα, αυτή η μάστιγα!


Πόσες φορές έχουμε κριθεί αρνητικά από τους άλλους για την αναβλητικότητά μας ή πόσες, ακόμα, έχουμε κρίνει εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας, και τον έχουμε κατηγορήσει; Πιθανότατα, έχουμε φορέσει την ταμπέλα του "τεμπέλη" ή έχουμε πιστέψει ότι είναι ένα στοιχείο του χαρακτήρα μας, “κάτι που δεν ορίζω εγώ” και έχουμε, μάλιστα, παραιτηθεί απ' την προσπάθεια να κάνουμε πράγματα που θα θέλαμε. Έχουμε δαιμονοποιήσει, λοιπόν, αυτή τη συμπεριφορά -που δεν παύει να είναι μία μόνο συμπεριφορά- και της έχουμε δώσει τη δύναμη να καθορίζει το σύνολο του εαυτού μας.

Και μετά έρχεται η αναγκαιότητα να αντιμετωπίσουμε τον "κακό δαίμονα". Θέλουμε να φύγει.

Συχνά έρχονται στο νου μας ερωτήματα και σκέψεις όπως: "τι θα κάνω;”,  "δε μπορώ να το ελέγξω, έτσι είμαι, δε θα καταφέρω τίποτα", "δεν είναι αυτό για μένα", "πώς θα το αντιμετωπίσω;", "πώς σταματάει;", "πάντα προσπαθώ, κινητοποιούμαι για λίγο και μετά πάλι τα ίδια".

Χρειάζεται, όμως, απαραίτητα να φύγει ο "κακός δαίμονας"; Είναι όντως στοιχείο της προσωπικότητάς μου; Καθορίζεται αυτό που είμαι, από μια συμπεριφορά που έχω; Πρέπει να αντιμετωπιστεί; Και αν ναι, τι είναι αυτό που πρέπει να αντιμετωπιστεί; Η συμπεριφορά;

Ας προσπαθήσουμε πρώτα απ' όλα να καταλάβουμε για τι πράγμα μιλάμε και να το αποσαφηνίσουμε μέσα μας. 

Η αναβλητικότητα είναι, όπως προαναφέρθηκε, μία συμπεριφορά. Για την ακρίβεια, λειτουργεί ως μηχανισμός άμυνας κι είναι ένα συμπεριφορικό μοτίβο. 

Ένα μοτίβο αποφυγής του δυσάρεστου  συναισθήματος, που γεννιέται από την ερμηνεία που δίνουμε στο κάθε γεγονός.

Η αναβλητικότητα, ως μηχανισμός άμυνας, λοιπόν, δεν προκύπτει ως απόκριση από την αποφυγή του δυσάρεστου γεγονότος, (αποφεύγω να γράψω την εργασία μου για το σχολείο), αλλά του ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ που γεννιέται από την ερμηνεία που δίνουμε στο γεγονός αυτό (δε θα καταφέρω να τη γράψω, δε θα είναι καλή εργασία και θα πάρω κακό βαθμό, δεν είμαι καλός, θα κουραστώ πολύ και δεν θα τα καταφέρω).

Αποφεύγουμε και αναβάλλουμε, δηλαδή, το βίωμα του συναισθήματος.

Η αναβολή αυτή, όμως, ενώ άμεσα λειτουργεί ως άμυνα απέναντι στο συναίσθημα του φόβου που έχει δημιουργηθεί μέσα μας από τις σκέψεις μας και νομίζουμε ότι μας βοηθάει να το "ελέγξουμε" (μπορούμε να ελέγξουμε όντως τα συναισθήματα;) στην πραγματικότητα, μας εισάγει μακροπρόθεσμα σ’ ένα φαύλο κύκλο παράτασης του συναισθήματος, που προσπαθούμε ν’ αποφύγουμε να βιώσουμε (απογοήτευση, θλίψη, επιβεβαίωση του φόβου κλπ). Κι έτσι, καταλήγουμε να βιώνουμε μια συναισθηματική εξουθένωση.

 Λόγια ψυχοθεραπείας:

"Μοιάζει με ένα μικρό πετραδάκι, που μπήκε στο παπούτσι μου και δεν το έβγαλα, αλλά περπάτησα πολύ ώρα μ’ αυτό εκεί. Τώρα δεν αντέχω να περπατάω καθόλου."*

Συχνά μαζί με την αναβλητικότητα ενεργοποιείται μέσα μας κι ένα άλλο συμπεριφορικό μοτίβο άμυνας, εφαρμόσιμο στον τρόπο σκέψης μας, που δεν συνηθίζουμε να του δίνουμε τη δέουσα σημασία, η υπερανάλυση.

Όπως κάθε μοτίβο συμπεριφοράς, έτσι και αυτό επιτελεί μια λειτουργία για εμάς (μας είναι με κάποιο τρόπο χρήσιμο) και γι’ αυτό έχει επιλεχθεί από εμάς (συνειδητά ή ασυνείδητα).

Μέσω της διαδικασίας της υπερανάλυσης προσπαθούμε πιθανότατα κάτι να ελέγξουμε ή να μειώσουμε, συνήθως κάποιο συναίσθημα.

Πχ. πρόκειται να συμβεί μια αλλαγή στη δουλειά μου/στη καθημερινότητα μου/στη σχέση μου -> η νέα κατάσταση θα μου είναι άγνωστη (ακόμα κ αν είναι θετική) ->το άγνωστο είναι τρομακτικό-μη οικείο-μη ασφαλές-> υπεραναλύω/σκέφτομαι όλα τα πιθανά σενάρια με σκοπό να έχω τον έλεγχο/να μετατρέψω το άγνωστο σε οικείο και κατά επέκταση σε ασφαλές και πιθανότατα καταλήγω να αναβάλω όλες τις καταστάσεις που θα οδηγήσουν στην αλλαγή αυτή, στην προσπάθειά μου να αναβάλω το συναίσθημα που φοβάμαι να βιώσω (το μη ελεγχόμενο).

Μπορούμε όμως να έχουμε πάντα και σε ολα τον έλεγχο;

Είναι πάντα απαραίτητο να έχουμε τον έλεγχο;

Μπορούμε να ελέγξουμε τα συναισθήματα;

Δεν μπορούμε να ελέγξουμε τα συναισθήματά μας! Μπορουμε μόνο τα διαχειριστούμε και να ελέγξουμε, μέχρι ένα βαθμό, τη συνειδητή πλέον επιλογή της συμπεριφοράς μας ως απόκριση σε αυτά!

Πώς μπορώ να διαχειριστώ τα συναισθήματα μου; Τι σημαίνει διαχείριση συναισθημάτων;

Το συναίσθημα είναι μία «αίσθηση» που βιώνουμε, η οποία σχετίζεται/αποτελείται από:

α) το πως αντιλαμβανόμαστε εμείς οι ίδιοι μία κατάσταση, ένα αντικείμενο, μία έκφραση που λέει κάποιος άλλος, μία κίνηση, μία συνδιαλλαγή μας με κάποιον άλλο άνθρωπο, κλπ.

β) τις ταυτόχρονες αντιδράσεις που σώματός μας με βάση την αντίληψη της κατάστασης (έκλυση νευροδιαβιβαστών, ορμονών, ακούσιες κινήσεις κλπ.) και τέλος την 

γ) εκτίμησή μας για την κατάσταση/γεγονός/αντικείμενο κλπ. που δημιουργείται από την αλληλεπίδραση της α) αντίληψής μας και β) των σωματικών αποκρίσεών μας, καθώς και άλλων παραγόντων (βιώματα παιδικής ηλικίας, εξωτερικοί παράγοντες, στρεσογόνο περιβάλλον, κλπ) και η οποία καθορίζει την αντίδρασή μας (αν θα προσπαθήσουμε ν’ αποφύγουμε ή να προσεγγίσουμε).

Στο σημείο αυτό, όμως, είναι σημαντικό να θυμόμαστε οτι δε βιώνουν και δεν αξιολογούν όλοι οι άνθρωποι το κάθε συναίσθημα ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.

Για να διαχειριστούμε, λοιπόν, ένα συναίσθημα καλούμαστε να το αναγνωρίσουμε, να το κατανοήσουμε, να το βιώσουμε και κατ’ επεκταση να το εκφράσουμε, ώστε να επιλέξουμε συνειδητά πλέον τη συμπεριφορά μας και όχι ως αυτόματο ασύνειδο μηχανισμό άμυνας και ελέγχου αυτού.

Λόγια ψυχοθεραπείας:

"Φοβάμαι ότι θα αποτύχω στην εργασία και αναβάλλω την εργασία για να μην επιβεβαιωθεί ο φόβος μου και πιστέψω ότι απέτυχα κι έτσι βιώσω πόνο, θλίψη, αναξιότητα. Στην τελική, αν δεν έχω προσπαθήσει καν, δε θα φταίει ότι είμαι ανίκανος, αλλά ότι δεν προσπάθησα."*

Τι είναι λοιπόν αυτό που "πρέπει" να αντιμετωπιστεί;

Δεν είναι η αναβλητικότητα, που πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά η πηγή της. 

Αν μάθουμε να ακούμε και να βιώνουμε (να διαχειριζόμαστε) τα συναισθήματά μας, μπορούμε και να επιλέξουμε αν θέλουμε συνειδητά πλέον τη συμπεριφορά μας, και μια συμπεριφορά μας μπορεί να είναι και η αναβλητικοτητα.

* Τα λόγια του θεραπευόμενου δημοσιεύονται έπειτα από δική του συναίνεση- αδειοδότηση. 

Σε καμία περίπτωση όσα αναγράφονται δεν υποκαθιστούν την προσωπική θεραπεία και δεν δύνανται να έχουν καθολική ισχύ, παρά μόνον να λειτουργήσουν ως τροφή για σκέψη! Είναι καλό να ζητάμε τη βοήθεια ενός ειδικού όταν δυσκολευόμαστε και δεν γνωρίζουμε τον τρόπο.


Γράφει η Δανάη Θεοφιλοπούλου,

Ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια